Ο Ψαράς

Κείμενο και Σκίτσο: Χρήστος Φούκης

Οι γάτοι καταλάβαιναν με το αλάνθαστο κριτήριο της όσφρησης και έτρεχαν πρώτοι και τσιτωμένοι.

Οι νοικοκυρές, ψιλιασμένες μεν απ' την συμπεριφορά τους περίμεναν όμως και την χαρακτηριστική φωνή του πλανόδιου ψαρά, πρίν βγούν στο σταυροδρόμι με την γαβάθα στο χέρι.

-Γούπα για σχάρααααα!!!!

-Μαριδάκι ψιλό για τηγάνιιιιι!!!!

Συνήθως μεταμεσημβρινές ώρες, απομεσήμερο έκανε την εμφάνισή του ο ψαράς.

Μεγάλη η διαδρομή και με στάσεις πριν φτάσει στο χωριό απ' τον Όρμο του Μαραθόκαμπου.

Το πιό φημισμένο ψαροχώρι της εποχής. Ψαράδες και θαλασσινοί οι κάτοικοί του.

Ενδιάμεσα πέρασμα απο Σακκουλεΐκα, Άγιο Θεόδωρο, Πλάτανο, Κοντεΐκα και τελευταίο Υδρούσσα- Φούρνοι παλιά, το χωριό μου.

Έσταζαν στον ιδρώτα αγωγιάτες και ζωντανά.

Αλμύρα της θάλασσας με αλμύρα ιδρώτα μαζί.

Σε κόφες μεγάλες, οκαδιάρικες, φορτωμένα τα ψάρια στα σαμάρια αλόγων η μουλαριών. Σκεπασμένα καλά με λινάτσα θαλασσοβρεγμένη για να διατηρήσουν την φρεσκάδα τους.

Χρόνια δύσκολα, μεταπολεμικά, μεταεμφυλιακά. Μαζικής μετανάστευσης και αφαίμαξης της πατρίδας απ' τον ζωντανό πλούτο της.

Κοινή η φτώχεια, η ανέχεια, το χρήμα λιγοστό.

Η τράμπα περισσότερο επικρατούσε στις συναλλαγές. Ολα ηταν ανταλλαξιμα, στάρι, φασόλια, ρεβύθια, φακές, κουκιά μέχρι δερματοτύρι.

Στην παλάντζα, οκά με οκά πήγαινε. Δίκαιο και πρακτικό, προσπάθεια επιβίωσης αποδεκτή σε όλους.

Ψάρι λιανό, λαϊκό της φτωχολογιάς τροφή έφτανε στο χωριό.

Φημισμένο το μαύρο μαριδάκι του Όρμου, το ψιλό όπως έλεγαν και δυσεύρετο σήμερα, η αυγωμένη γόπα. Οι Φθινοπωρινοί κολιοί περιζήτητοι και για πάστωμα. Οι γλυκές πεντανόστιμες θηλυκές μέλουνες!

Σπανίως και καμιά παλαμίδα η λακέρδα για πλακί στον φούρνο.

Προκαθορισμένα και τα σημεία που έκανε στάση ο ψαράς, σε σταυροδρόμια η στις μικρές πλατείες.

Στην πάνω γειτονιά, στην "Λόντζα" την πλατεία με το γιασεμί το σκηνικό.

Κατακαλόκαιρο, ο ψαράς κατάκοπος, λίγα του είχαν μείνει για ξεπούλημα.

Βιαζόνταν, είχε και τόσο δρόμο επιστροφής.

Τριγύρω οι γυναίκες με την σειρά. Νάσου και σκάει μύτη η Βασιλκώ.

Πνευματώδης, αθυρόστομη, χωρατατζού, δεν χαμπάριαζε τίποτα και κανέναν. Χαριεντίζονταν με όλους!

- Με πιτσί δίνεις ψάρια; ρώτησε τον ψαρά

-Τι να το κάνω το πιτσί κυρά μου; ψαράς είμαι όχι τσαγκάρης!

-Πιτσί βρέ νάαααα........τούδειξε την βράκα της ανασηκώνοντας ποδιά και ρόμπα αφήνοντας άναυδο τον ανθρωπάκο που δεν είχε πιάσει το υπονοούμενο.

Λύθηκε στα γέλια η γειτονιά και μνημονευόμενο για χρόνια έφτασε στα αυτιά μου σαν ήμουν παιδί ακόμα.

Δεν υπάρχουν σχόλια

Δημοσίευση σχολίου

Αρχική σελίδα