Τα καλοκαίρια των παιδικών μου χρόνων άρχιζαν ταυτόχρονα με τη λήξη του σχολικού έτους και τελείωναν με το ξεκίνημα της νέας σχολικής χρονιάς.
Τελευταία υποχρέωση, οι γυμναστικές επιδείξεις στην πλατεία του χωριού.
Άσπρο φανελάκι μπλε σορτσάκι και ΕΛΒΙΕΛΑ.
Τα "Ενδεικτικά" την επόμενη μέρα και τέλος...
Μετά φορτώναμε όλα τα απαραίτητα στο τρίκυκλο του Σταμάτη ή του «Σκόμπι».
Πάνω κι εμείς στριμωγμένοι στην καρότσα και βουρ για τη θάλασσα.
Άσπρο φανελάκι μπλε σορτσάκι και ΕΛΒΙΕΛΑ.
Τα "Ενδεικτικά" την επόμενη μέρα και τέλος...
Μετά φορτώναμε όλα τα απαραίτητα στο τρίκυκλο του Σταμάτη ή του «Σκόμπι».
Πάνω κι εμείς στριμωγμένοι στην καρότσα και βουρ για τη θάλασσα.
Μόνιμος προορισμός ο Μπάλος.
Κοντινή η απόσταση αλλά πολλές οι στροφές και ο δρόμος κακοτράχαλος.
Αραδιάζαμε τα μπογαλάκια μας στη μεγάλη αποθήκη που είχαμε νοικιάσει για 2 μήνες και η περιπέτεια μόλις είχε αρχίσει.
Μια βδομάδα νωρίτερα το κτίριο που μας φιλοξενούσε, είχε συγυριστεί και ασπριστεί.
Στήναμε τα ράντσα. Στα «πόδια» τους κατσαριδίνη, σκόνη για τους σκορπιούς.
Το «φανάρι» κρεμασμένο ψηλά στον τοίχο, πάνω από το πετρογκάζ, συντήρηση για τα φαγητά και τα βούτυρα.
Μια κούτα ΕΒΑΠΟΡΕ για το ξεκίνημα.
Καφέ ζάχαρη για τους μεγάλους.
Βανίλια υποβρύχιο για τους μικρούς.
Φιλοξενούμενοι από την Αθήνα και στρωματσάδα
Το «φανάρι» κρεμασμένο ψηλά στον τοίχο, πάνω από το πετρογκάζ, συντήρηση για τα φαγητά και τα βούτυρα.
Μια κούτα ΕΒΑΠΟΡΕ για το ξεκίνημα.
Καφέ ζάχαρη για τους μεγάλους.
Βανίλια υποβρύχιο για τους μικρούς.
Φιλοξενούμενοι από την Αθήνα και στρωματσάδα
Τα καλοκαίρια των παιδικών μου χρόνων είχαν γεύση.
Αλμύρα της θάλασσας.
Από τα χαράματα για καθετή, πλάι στην κουπαστή της «ΙΣΜΗΝΗΣ».
Ύστερα κολύμπι ώρες ατελείωτες και λίγο πριν βραδιάσει τσαλαβούτημα πάλι στα νερά, ψάχνοντας για κοχύλια και πεταλίδες στα βραχάκια της θάλασσας, κάτω απ' το ξωκλήσι της Μεταμόρφωσης.
Από τα χαράματα για καθετή, πλάι στην κουπαστή της «ΙΣΜΗΝΗΣ».
Ύστερα κολύμπι ώρες ατελείωτες και λίγο πριν βραδιάσει τσαλαβούτημα πάλι στα νερά, ψάχνοντας για κοχύλια και πεταλίδες στα βραχάκια της θάλασσας, κάτω απ' το ξωκλήσι της Μεταμόρφωσης.
Σταφύλια άσπρα, ροζακιά, «φράουλες», μοσχάτα και σύκα βασιλικά από το κτήμα του παππού στ’ «Αλώνια».
Ξυπνούσα το πρωί κι αντίκριζα την κοφίνα ξέχειλη από χυμούς κι αρώματα.
Καρπούζια «λίρες» κατακόκκινα, από το καΐκι που τα έφερνε από την Κάλυμνο.
Νεράκι δροσερό από το Ζάστανο σε πήλινο σταμνί, να μας δροσίζει από τη φλόγα του μεσημεριού κάτω από τον ίσκιο της χαρουπιάς.
Νεράκι δροσερό από το Ζάστανο σε πήλινο σταμνί, να μας δροσίζει από τη φλόγα του μεσημεριού κάτω από τον ίσκιο της χαρουπιάς.
Πορτοκαλάδες και γκαζόζες μπούζι μέσα στη γούρνα στο καφενείο του «Τσερέπα»
Στραγάλια, φιστίκια, πασατέμπο, παστέλια και λοταρία από τον «Λάκων».
Καϊμάκι παγωτό χύμα στο χωνάκι, από το καροτσάκι του «Λαλέ».
Καϊμάκι παγωτό χύμα στο χωνάκι, από το καροτσάκι του «Λαλέ».
Χταποδάκια ψημένα σε αυτοσχέδιες ψησταριές ανάμεσα στα βράχια πλάι στο κύμα.
Ροφούς και συναγρίδες από τον πατέρα μου.
Χάνους, γύλους, πέρκες, ζαργάνες, γοφάρια και ξιφίες από τον παππού μου.
Χάνους, γύλους, πέρκες, ζαργάνες, γοφάρια και ξιφίες από τον παππού μου.
Αμπελοφάσουλα βραστά με λεμόνι και λάδι, "λουλούδια" γεμιστά και ψαρόσουπες.
Βαρκάδες στη Σαμιοπούλα, στον Πεύκο, στη Βελανιδιά, στον Όρμο, στα Βοτσαλάκια, στη Μακριά Πούντα.
Να προγκάμε με φωνές τα αγριοπερίστερα στις θαλασσοσπηλιές και με τα βατραχοπέδιλα την αθερίνα να πέσει στο δίχτυ.
Όταν φούσκωνε η θάλασσα σκεπαζόμασταν με τους μουσαμάδες και πηγαίναμε κόντρα στο κύμα να μη μπατάρει η βάρκα.
Βαρκάδες στη Σαμιοπούλα, στον Πεύκο, στη Βελανιδιά, στον Όρμο, στα Βοτσαλάκια, στη Μακριά Πούντα.
Να προγκάμε με φωνές τα αγριοπερίστερα στις θαλασσοσπηλιές και με τα βατραχοπέδιλα την αθερίνα να πέσει στο δίχτυ.
Όταν φούσκωνε η θάλασσα σκεπαζόμασταν με τους μουσαμάδες και πηγαίναμε κόντρα στο κύμα να μη μπατάρει η βάρκα.
Τα καλοκαίρια των παιδικών μου χρόνων είχαν παρέες.
Ο Κυριάκος, η Πάτρα, η Μάρω, η Αννούλα, ο Γιώργος, η Αλέκα, ο Τάκης, η Έφη, ο Αλέκος, η Νάντια, ο Philip, η Helen, ο Robert.
Όλοι σχεδόν, μεγαλύτεροι από μένα αλλά πάντα παρέα.
Όλοι σχεδόν, μεγαλύτεροι από μένα αλλά πάντα παρέα.
Πάρτι στη βίλα του γιατρού με 45άρια στο πικάπ από τη Βίκυ Λέανδρος, την Έλενα, τον Demis Roussos τον Πασχάλη και τους άλλους.
Σινεμά που και που, στον αυτοσχέδιο θερινό που στήνονταν από το Θανάση τον πλανόδιο στη μέση του δρόμου.
Ατέλειωτες Αυγουστιάτικες νύχτες με κουβέρτες να ψάχνουμε για τη μικρή και τη μεγάλη Άρκτο και να μετράμε τα πεφταστέρια.
Βόλτα στις καλαμιές, για αυτοσχέδιες φλογέρες και τόξα με μεσινέζα.
Σουγιαδάκια να σκαλίζουν τον πίτικα και να φτιάχνουμε βαρκάκια.
Βόλτα στις καλαμιές, για αυτοσχέδιες φλογέρες και τόξα με μεσινέζα.
Σουγιαδάκια να σκαλίζουν τον πίτικα και να φτιάχνουμε βαρκάκια.
Ποδήλατα με δυναμό και χαρτονάκια στις ακτίνες.
Πόλεμο στα "Μελισσάκια".
Μπάλα στα χωράφια και αργότερα στο «γήπεδο».
Ο Αλέκος, ο Γιάννης, ο Κώστας, ο Μάκης, ο Μανόλης του παπά, ο Μανώλης ο Τρ., οι Γιουρέληδες, ο Σταύρος, ο Χρήστος, ο Θοδωρής και οι μεταγραφές από την Αθήνα και τη Γερμανία.
Μεγάλη ομάδα!!
Ο Αλέκος, ο Γιάννης, ο Κώστας, ο Μάκης, ο Μανόλης του παπά, ο Μανώλης ο Τρ., οι Γιουρέληδες, ο Σταύρος, ο Χρήστος, ο Θοδωρής και οι μεταγραφές από την Αθήνα και τη Γερμανία.
Μεγάλη ομάδα!!
Ο Καλμούκος με τις μηχανάρες του και τις "περίεργες" μουσικές του στις κασέτες. Να μας μαθαίνει πως μπαίνουμε "με χίλια" στις στροφές.
Τρικάβαλο για τσιγάρο στην Ένωση.
Να ακούμε το Νιόνιο στο Βρώμικο ψωμί και τον Πάνο Τζαβέλα στα αντάρτικα.
Βόλτες και έρωτες στο «μάρμαρο».
«Το καλοκαίρι μαζί πηγαίναμε στην αμμουδιά ..», «Συννεφούλα συννεφούλα», «Μη μιλάς άλλο γι’ αγάπη» …
Τα τραγούδια έβγαιναν από τα στόματα όλων και μας ανέβαζαν για πολλές ώρες ψηλά.
Τρικάβαλο για τσιγάρο στην Ένωση.
Να ακούμε το Νιόνιο στο Βρώμικο ψωμί και τον Πάνο Τζαβέλα στα αντάρτικα.
Βόλτες και έρωτες στο «μάρμαρο».
«Το καλοκαίρι μαζί πηγαίναμε στην αμμουδιά ..», «Συννεφούλα συννεφούλα», «Μη μιλάς άλλο γι’ αγάπη» …
Τα τραγούδια έβγαιναν από τα στόματα όλων και μας ανέβαζαν για πολλές ώρες ψηλά.
Τα χρόνια πέρασαν παίρνοντας μαζί τους πολλά από τα «δώρα» εκείνης της εποχής, φέρνοντας όμως άλλα στην πορεία.
Όλα και όλοι πήραν το δρόμο τους.
Η παρέα άλλαξε.
Έγινε πιο μικρή και πιο δική μου.
Η παρέα άλλαξε.
Έγινε πιο μικρή και πιο δική μου.
Τα Καλοκαίρια πια, έχουν μικρότερη διάρκεια στριμωγμένη στα χρονικά περιθώρια της «κανονικής άδειας».
Πάντα όμως γεμάτα από συγκινήσεις, χρώματα, γεύσεις και μουσικές, κρίκους στην αλυσίδα που μας ενώνει με κείνες τις Αυγουστιάτικες νύχτες, που μικρός "αλήτης" εγώ, έβλεπα τ' αστέρια να πέφτουν στη θάλασσα του Μπάλου.
ΤΕΡΜΑΤΟΦΥΛΑΚΑΣ ΗΤΑΝ Ο ΜΑΡΙΝΟΣ!ΤΟ ΞΥΛΟ ΠΟΥ ΕΠΕΣΕ ΣΤΑ ΣΚΟΥΡΕΪΚΑ ΤΟ ΘΥΜΑΣΑΙ?
ΑπάντησηΔιαγραφήΠΟΙΟΣ ΕΙΣΑΙ?ΣΤΕΙΛΕ ΜΟΥ ΣΤΟ sakismel@yahoo.gr
Τα καλύτερά μας χρόνια γείτονα ... Απλώς δεν το ξέραμε τότε !!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΜαρμελάδα φράουλα εγω (λόγω χρώματος,και για την κόντρα ) πορτοκαλι εσυ!!! Σε κουβαδάκι 5kg. Τώρα μόνο πορτακαλι τρώω και γω ξάδελφε .
ΑπάντησηΔιαγραφή