ΣΑΜΙΑΚΑ ΕΘΙΜΑ - ΑΠΟΚΡΕΩ


Υπό Ε.Ι.Κ. (Εμμανουήλ Ι. Κρητικίδου) 1875
Μεταφορά στα Νέα Ελληνικά - Φωτογραφίες: Γ. Βαρβάκης

Οι απόκριες (απόκρεω) είναι απόρροια των Ανθεστηρίων, επίσημης γιορτής και των αρχαίων Ελλήνων και των Ρωμαίων, η οποία πανηγυρίζονταν προς τιμήν του Διόνυσου του Βάκχου, από τον οποίο η γιορτή λεγόταν και Διονύσια, τα οποία οι μεν Ρωμαίοι ονόμαζαν Βιγάλια, οι δε Βυζαντινοί Βρουμάλια και οι Φράγγοι σήμερα Καρναβάλια, κατά τον "Ανθεστηριώνα μήνα των ανθέων", που συνέπιπτε με τα τέλη Φεβρουαρίου και τις αρχές Μαρτίου και διαρκούσε τρεις μέρες, από τις οποίες η μεν πρώτη ονομαζόταν Πιθοίγια, δηλ το άνοιγμα των πιθαριών, η δεύτερη μέρα Χόες, δηλ γιορτή των κανατιών και των αγγείων, κατά την οποία έπιναν δωρεάν κρασί (οίνο), όσο μπορούσαν περισσότερο και η τρίτη (μέρα) Χύτρα, γιορτή αφιερωμένη στους νεκρούς, κατά την οποία συνήθιζαν να περιφέρουν στους δρόμους μια χύτρα (τσουκάλα) που περιείχε διάφορα σπέρματα (πανσπερμία, κόλλυβα)


Οι Σαμιώτες, όπως όλοι οι Αιγαιοπελαγίτες  την περίοδο των Αποκριών που αρχίζουν συνήθως από τη γιορτή του Αγίου Αντωνίου (17 Ιανουαρίου) - "απ τ' Αη 'ντωνιού κι πέρα δώσ' του φουστανιού 'ς αέρα" -  και τελειώνουν το πρωί της Δευτέρας, της πρώτης εβδομάδας της σαρακοστής, κάνουν αρραβώνες και γάμους, δεν ταξιδεύουν οι ναυτικοί, δεν εργάζονται οι γεωργοί, γλεντάνε, χορεύουν και μεταμφιέζονται, ή όπως λένε, γίνονται μασκαράδες, εκτός από αυτούς που πενθούν για θάνατο μέσα στην οικογένεια, ή για στενό συγγενή.

Στο Βαθύ, στους Βουρλιώτες και στους Μυτιληνιούς και όχι σε άλλα χωριά του νησιού, κάποιοι συνηθίζουν τη Δευτέρα της Τυροφάγου εβδομάδας, που κακώς λέγεται και σκυλοδευτέρα, όπως τη λένε οι Πελοποννήσιοι και οι Στερεοελλαδίτες, να στήνουν στην πλατεία τρία δοκάρια σχηματίζοντας τρίποδο, στην κορυφή του οποίου δένουν διπλό σχοινί που το στρίβουν με λιθάρι και στην άκρη του βάζουν γάτες και ιδιαίτερα σκύλους, οι οποίοι όπως περιστρέφονται πέφτουν μισοπεθαμένοι από τη ζάλη και τον τρόμο, παθαίνουν διάρροιες και προσφέρουν στους θεατές άφθονο γέλιο () και το λένε τραμπάλισμα των σκύλων.

Μετά από αυτό όλοι όσοι έλαβαν μέρος στην παράσταση αυτή, έχοντας μπροστά μια σημαία, από ένα απλό μαντήλι στερεωμένο πάνω σε μακρύ καλάμι, γυρνάνε τις γειτονιές και τα σπίτια και ενώ στέκονται στο δρόμο, με τη συνοδεία τσαμπούνας ή λύρας, τραγουδούν αστεία τραγούδια, ένας δε από αυτούς προσποιούμενος τον μεθυσμένο, κρατάει ένα καντάρι (ζυγαριά) χωρίς βαρίδι και ζυγίζει το κερί, δηλαδή τα κόπρανα των σκύλων που βρίσκονται μέσα σε ένα καλάθι, κρεμασμένο σε κοντάρι που κρατάνε δυο άντρες και λένε σε όσους συναντούν στο δρόμο "τα εξ αμάξης των αρχαίων" (βωμολοχίες και αισχρολογίες), πάντα όμως με εγκράτεια για να αποφύγουν καβγάδες, προσφέροντας γέλιο σε όσους συναντούν.

Καλημέρα, καλή γεια, διάφορο, καλή καρδιά,
Πίνω 'γω γιατ' είμαι γώ, πέντ' ο φίλος κι έξη γώ,
Εννιά στραμπουλιστές, για να γνέθης τις κλωστές 
(ΣΤΑΜΑΤΙΑΔΗΣ - ΣΑΜΙΑΚΑ Ε - ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ)
Κατά την περιφορά αυτή, μαζεύουν από τις γυναίκες αυγά και από τους άνδρες χρήματα, που χρησιμεύουν για το γλέντι και το κρασί που προμηθεύονται αυθημερόν και κερνάνε τους παρευρισκόμενους, ενώ στην πλατεία σχηματίζεται κυκλικός χορός από άνδρες και γυναίκες όλων των τάξεων, οι οποίοι φεύγοντας για τα σπίτια τους, εύχονται μεταξύ τους "και του χρόνου ή χρόνια πολλά".

Μήλο κόκκινο κι αμάν αμάν
μήλο της μηλιάς κι άνθος της λεμονιάς αμάν αμάν.
ματζουράνα μου κι αμάν, αμάν,
μά τον αγιασμό που κάνουν οι παπάδες σήμερα.
Η σημερινή, κι αμάν, αμάν
λούσου κι άλλαξε, ωσάν λαμπρή μ' εφάνη,
γιατ' είδα, γιατ' είδα
την αγάπη μου κι αμάν αμάν,
πάπια χήνα μου, κι εβγήκε
στο σεργιάνι, στο σεργιάνι.
Έβγα να σε ιδώ κι αμάν, αμάν, όχ αμάνε
έβγα να σε ιδώ μια ώρα
κι η ψυχή μου βγαίνει, κι η ψυχή μου βγαίνει τώρα.
(ΣΤΑΜΑΤΙΑΔΗΣ - ΣΑΜΙΑΚΑ Ε - ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ)

Τις βραδιές των Αποκριών οι οικογένειες που δεν έχουν πένθος, συνηθίζουν να συγκεντρώνονται σε γειτονικά σπίτια και να παίζουν διάφορα παιχνίδια, στα οποία δεν επιτρέπεται να παραβρίσκονται ανήλικα αγόρια και κορίτσια, γιατί περιέχουν εν μέρει άσεμνα λόγια και πράγματα, όπως τον βουβό, τον μυλωνά, το ρεπάνι, το πιπέρι και την κολοκυθιά και χορεύουν με τραγούδια όπως τον "καλαντζή" και την Πετροκαλαματιανή, τραγούδι που τραγουδούν συνήθως γέροντες σε γάμους και χορεύουν.


Την Κυριακή της Τυροφάγου, συνηθίζουν κάποιοι να παριστάνουν σε πολλά χωριά του νησιού πριν το μεσημέρι στην ύπαιθρο, αν το επιτρέπει βέβαια ο καιρός, τον Καδή ντυμένο με μηλωτή (γούνα), να φοράει στο κεφάλι μεγάλο σαρίκι και μακριά πίπα στο χέρι, καθισμένο σε γουρουνοτόμαρο αντί για χαλί και προστατευόμενο από ενόπλους στα Τούρκικα ντυμένους φύλακες και τον ένοπλο ταμία (δεφτερδάρη), ο οποίος αθροίζει το πρόστιμο που επιβάλλεται (τσερεμέ) σε ανθρώπους που έχουν κατηγορηθεί από υπάλληλό του, ο ένας γιατί φορεί στραβά το φέσι του, ο άλλος γιατί κουνάει τα χέρια του όταν περπατάει, άλλος γιατί κοιμάται χωρίς παπούτσια, άλλος γιατί κατουράει τη νύχτα (όταν φέγγει το φεγγάρι) και άλλα παραπλήσια, αναφερόμενοι στις άδικες και παράλογες δίκες και αποφάσεις του Οθωμανού Καδή, ενώ κατά το μεσημέρι, ένας κουρέας κρατώντας ένα καθήκι αντί για μικρό λεκανάκι και ένα σκουριασμένο ξυράφι, ετοιμάζεται να του ξυρίσει τα πρόσθετα γένια, αφού απλώσει πάνω στους ώμους του αντί για μεσάλι ένα παλιό τσουβάλι, το οποίο δένει κάποιος άλλος πίσω από την πλάτη του με σχοινί, εμφανίζονται κάποιοι με ευρωπαϊκά ρούχα που μόλις ειδοποιηθεί για την παρουσία τους ο Καδής προσπαθεί να δραπετεύσει μαζί με το επιτελείο του, αλλά συλλαμβάνεται από τους Φράγκους, ενώ οι οπαδοί του απολύονται (αφήνονται ελεύθεροι), και σύρεται βίαια προς την προκατασκευασμένη γι' αυτόν κρεμάλα, από την οποία δραπετεύει τελικά με τη βοήθεια των θεατών που παρευρίσκονται εκεί, οι οποίοι τον συνοδεύουν τρέχοντας με φωνές και σφυρίγματα, προκαλώντας άφθονο γέλιο.   


Το απόγευμα οργανώνεται στην ίδια πλατεία κυκλικός χορός και προσφέρεται κρασί σε όλους τους παρευρισκόμενους από τον Καδή που έχει γλυτώσει, μέχρι να βραδιάσει, και το βράδυ συγκαλούνται συγγενείς και φίλοι και μαζεύονται σε μεγάλα σπίτια, τρώνε και πίνουν "έλκοντες τον Βάκχον και την Τερψιχόρην και παννύχιοι αγρυπνούντες μέχρις ου ανατείλη ο αργυρότοξος Απόλλων και χαιρετήση την καθαράν δευτέραν" και αυτό το λένε "σεμπάσι", δηλαδή συμπόσιο, την πρώτη δε  μέρα της Σαρακοστής, δεν πηγαίνουν οι άνδρες να διασκεδάσουν στις εξοχές, όπως σε άλλα μέρη της Ελλάδας, γιατί αυτό το θεωρούν ασεβή πράξη…!!!  



Από το βιβλίο ΣΑΜΙΑΚΑ ΕΘΙΜΑ του Εμμανουήλ Ι. Κρητικίδη, που τυπώθηκε στην Ερμούπολη της Σύρου, το 1875

~*~
ΥΓ1. Όλες οι φωτογραφίες προέρχονται από την προσωπική μου - οικογενειακή συλλογή και απέχουν χρονικά από την έκδοση του βιβλίου (μεταγενέστερες αυτού), περίπου 75 χρόνια!
ΥΓ2. Η φράση στο τέλος σχετικά με τον Βάκχο, την Τερψιχόρη και τον αργυρότοξο Απόλλωνα, την μετέφερα αυτούσια, γιατί θεώρησα ότι έτσι έπρεπε!!
ΥΓ3. Κάποιες προτάσεις έχουν τεράστιο μέγεθος, αλλά δεν έγινε καμιά επέμβαση στη μορφή του κειμένου προκειμένου να βρίσκεται όσο γίνεται πιο κοντά στο αυθεντικό.!!!
ΥΓ4. Οι στίχοι από την αντίστοιχη καταγραφή του εθίμου από τα ΣΑΜΙΑΚΑ του Σταματιάδη, μπήκαν για εμπλουτισμό του κειμένου!!!!

1 σχόλιο

  1. Αχ αυτές οι απίθανες παραδόσεις μας, πόσα χάριζαν στους ανθρώπους...
    Θησαυρό λαογραφίας ανακάλυψες, ξάδερφε.

    "Καλημέρα, καλή γεια, διάφορο, καλή καρδιά!"

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Αρχική σελίδα