Ο φούρνος στο σπίτι απέναντι και άλλες ιστορίες

Το καλντερίμι καρσί απ’ την εξώπορτα της αυλής, οδηγούσε χωρίς παρέκκλιση στο φούρνο. Δύσκολα λοξοδρομούσες. Οι μυρωδιές δυνατές και προκλητικές σε τραβούσαν κοντά.

Ψωμιά καρβέλια με σουσάμι και μαυροκούκι, παξιμάδια αφράτα, λαμαρίνες με φαγητά. Τις Κυριακές πλούσια κρεατικά και κοτόπουλα, τις καθημερινές πιο απλά: γεμιστά, μπριάμ, φασόλια…

Σύκα λιαστά φουρνιστά με φύλλα δάφνης, σταφίδες και κυδώνια… Όνειρο!

Και τις Γιορτές, πανδαισία αρωμάτων χρωμάτων και γεύσεων.

Κολοκυθόπιτες γλυκές στου Αϊ Νικόλα τη χάρη, μακαρόνες (μελομακάρονα) μπακλαβάδες κουραμπιέδες και βασιλόπιτες τα Χριστούγεννα.

Κουλούρια και τσουρέκια το Πάσχα. Την Κυριακή της Λαμπρής το αποκορύφωμα με τα γεμιστά κατσικάκια πάνω στις κληματόβεργες σκεπασμένα με λαδόκολλες για να μην αρπάξουν.

Από το δρόμο μας χώριζε η τζαμαρία που άνοιγε.

Ότι μας άρεσε το δοκιμάζαμε.

Τα κρύα ή βροχερά απογεύματα του χειμώνα καταφύγιο. Αράζαμε πάνω στους πάγκους και διαβάζαμε περιοδικά κι εφημερίδες απ αυτά που είχαν για να τυλίγουν τα ταψιά. Οι πέτρες και οι τοίχοι πυρωμένοι από το πρωί μας κρατούσαν για ώρες ζεστούς. Όταν έπεφτε η νύχτα, ανάβαμε τις γκαζόλαμπες. Ήταν τότε που το φούρνο τον είχε αναλάβει η κυρά Κατίνα κι όλοι εμείς με το Μάκη παρέα, είχαμε «ρεζερβάρει» πρώτη θέση.

Η ξύλινη σκάλα στα δεξιά οδηγούσε στο πατάρι. Χώρος συγκέντρωσης μετά το σχολείο. Παιχνίδια με βόλους (μπίλιες), ζάρια και τράπουλες.

Και με καλό καιρό πάλι εκεί εμείς! Καθόμασταν απ έξω και σκαλίζαμε τις πέτρες στην άκρη του δρόμου. Στήναμε τη μπάλα και κλωτσούσαμε με δύναμη. Καμιά φορά σπάζαμε και κανένα τζάμι και το βάζαμε στα πόδια.

Στο δρόμο απ έξω μάθαμε όλοι ποδήλατο. Από το φούρνο στο Μύλο και πάλι πίσω. Αργότερα περνάγαμε και το γεφύρι, απόδειξη ότι μεγαλώσαμε, και κάναμε τσάρκες στις άλλες γειτονιές. «Κόντρα» στην κατηφόρα, ορθοπεταλιά στις ανηφόρες και το ίσωμα.

Από κει περνούσε και η «Ψαρού» στο απογευματινό σεργιάνι. Τα πιτσιρίκια την κορόιδευαν και οι πιο μεγάλοι κρυμμένοι στις γωνίες πέταγαν πορτοκάλια.

Ακόμη και σήμερα τα πιτσιρίκια της πάνω γειτονιάς έξω από το φούρνο στήνουνε παιχνίδι τα καλοκαίρια.

Είχε κι άλλο φούρνο στο χωριό. Αυτός εξελίχθηκε. Έγινε «Γερμανικός», έτσι λέγανε τότε. Παραγωγή άρτου. Μεγαλεία!! Φραντζόλες ομοιόμορφες φόρμας και άλλες σε ακανόνιστα σχήματα. «Αγγαρεία» να τις φέρουμε στο σπίτι. Στο δρόμο κουφώναμε τα πλαϊνά και μπουκώναμε την ψίχα. Βάζαμε και τίποτα ρέστα στην τσέπη για πληρωμή.

Στα μπακάλικα μας περίμεναν ζαχαρωτά στις γυάλες, γκοφρέτες, τσίχλες, καραμέλες και το χαρτζιλίκι λειψό.

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ..

Δεν υπάρχουν σχόλια

Δημοσίευση σχολίου

Αρχική σελίδα