Άλλους είνη ου bαρδακάς κι άλλους είνη ου τσανακάς.
Άλλος είναι ο μπαρδακάς κι άλλος είναι ο τσανακάς.
[< μπαρδάκι’ = κουβάς, τσανάκι’ = πήλινο πιάτο]
(Δεν είναι όλοι ίδιοι, ούτε όλα τα ίδια. Λέγεται και στην περίπτωση δύο διαφορετικών απόψεων που τις συγχέει ο συνομιλητής.)
Άλλους έχασκιη κι’ άλλους μηταλάβηνη.
Λέγεται όταν κάποιος περιμένει με σιγουριά ότι θα κερδίσει κάτι, και το κερδίζει άλλος την τελευταία στιγμή.
Βόιδ’ πήγιη, μ’σκάρ’ γιύρ’ση.
Λέγεται απαξιωτικά για κάποιον που δεν επιδέχεται καμιά βελτίωση. Οποιαδήποτε βελτιωτική δράση τον αφήνει ανεπηρέαστο.
Βρήκες άγιο ν’ ανάψεις κερί.
(Λέγεται ειρωνικά στην περίπτωση που ο συνομιλητής λέει ότι θα απευθυνθεί σε κάποιο πρόσωπο για να του ζητήσει κάτι, το οποίο πρόσωπο όμως είναι απίθανο να ανταποκριθεί στο αίτημα.)
Η στραβή κουρούνα στου φηgάρ’ ψειρίζ’dανη.
Η στραβή κουρούνα στο φεγγάρι ψειριζόταν.
[ψειρίζουμη = ψειρίζομαι, καθαρίζω το σώμα μου από ψείρες ψάχνοντας και βρίσκοντάς τες μια–μια (δουλειά που χρειάζεται πολύ φως και τεταμένη προσοχή)]
(Λέγεται απαξιωτικά για κάποιον που κάνει, σε ημίφως ή σε σκοτάδι, κάποια δουλειά που χρειάζεται μεγάλη προσοχή.
Κάθη αgούτσα γιια bρουσημό τς τραβάει
Κάθε αγκούτσα μπροστά της τραβα.
[αgούτσα = διχαλωτό ξύλο που το χρησιμοποιούμε για να τραβάμε προς το μέρος μας κλαδιά δέντρου]
(Λέγεται για να δείξει ότι ο καθένας κοιτάζει το συμφέρον του.)
Κουλουκιύθχια στου πάτερου.
Κολοκύθια στο πάτερο.
[κουλουκιύθ’ = κολοκύθι (που θεωρείται μικρής θρεπτικής αξίας τροφή)
πάτερου = πάτερο, ένα από τα χοντρά ξύλινα δοκάρια από κορμό δέντρου πάνω στα οποία καρφώνονται τα εγκάρσια δοκάρια της «τραβάκας» (κεραμωτής στέγης). Τα πλευρικά πάτερα έπαιζαν και ρόλο ραφιών. Πάνω σε αυτά τοποθετούνταν τα μεγάλα κίτρινα γλυκοκολόκυθα και διατηρούνταν για όλον τον χειμώνα.]
(Λέγεται ως απαξιωτικός χαρακτηρισμός για απόψεις, πράξεις ή καταστάσεις που ο ομιλητής θεωρεί άνευ αξίας. Βλέπε και «Κουλουκιύθχια μη τ’ ρίγανι’».)
Κρύψ’ κιη χούιαζη.
Κρύψου και φώναζε.
[χουιάζου και = χουιάτίζου (< σλαβ. hujati= χουγιάζω, φωνάζω δυνατά]
(Λέγεται σε περίπτωση όπου κάποιος προσπαθεί να αποφύγει να μαθευτεί ότι έκανε κάτι, παράλληλα κάποιες ενέργειές του καθιστούν ολοφάνερο ότι το έκανε.)
Του κακό ξίδ’ τ’ αgιειό τ’ χαλάει.
Το κακό ξίδι το αγγείο του χαλάει.
[αgιειό (< αγγείο): δοχείο
Το ξίδι, ως οξύ, διαβρώνει το δοχείο στο οποίο έχει τοποθετηθεί.]
(Λέγεται για κακούς ανθρώπους που εκδηλώνουν παντοιοτρόπως την κακία τους προς τους άλλους, ότι τελικά κάνουν κακό στον εαυτό τους κατακλυζόμενοι συνεχώς από κακά συν
Ώσπου ν’ απουθηρίσουμη Βασίλι’ κιη κυρ Βασίλι’·
κιη σαν απουθηρίσαμη πού σ’ είδα βρε κασίδι’;
Ώσπου ν’ αποθερίσουμε Βασίλη και κυρ Βασίλη· και σαν αποθερίσαμε πού σ’ είδα βρε κασίδη;
[απουθηρίζου = αποθερίζω, τελειώνω τον θερισμό
κασίδ’ς = κασίδης, που πάσχει από κασίδα (στο τριχωτό της κεφαλής και έχει τριχόπτωση)]
(Λέγεται για αυτούς που εκμεταλλεύονται κάποιον για όσο χρόνο τον χρειάζονται και ύστερα αγνοούν και την ύπαρξή του ή τον αποφεύγουν.)
232 συνολικά σαμιώτικες παροιμίες βρίσκονται δημοσιευμένες στην ανάρτηση με τίτλο Οι παροιμίες της γιαγιάς μου (Έκδοση 5) στο ιδιαίτερο blog "Τα Σαμιώτ'κα" που διατηρεί ο Σαμιώτης Κώστας Βαλεοντής
Πρόκειται για έναν πολύ ιδιαίτερο ιστότοπο, με αναρτήσεις επικεντρωμένες θεματικά στον Παγώνδα της Σάμου αλλά και στο Σαμιακό Ιδίωμα
Στην Ανοιχτή Βιβλιοθήκη μπορείτε να βρείτε και να διαβάσετε ή να αποθηκεύσετε σε μορφή PDF, συγγράμματα και βιβλία του Κώστα Βαλεοντή
Τέλειο!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤι μου θύμισες τώρα Γιωργακη!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολύ καλό!!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλό μπράβο Γιώργο
ΑπάντησηΔιαγραφήΥπέροχο!!!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΑθανασατου ευαγγελια
ΑπάντησηΔιαγραφήΥπέροχο!!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕίναι αργά για μάθω τώρα σαμιώτικη
ΑπάντησηΔιαγραφήΥπέροχες όλες.Θυμηθηκα τα παιδικά μου που τις άκουγα όλες συχνά στην καθημερινότητα των ανθρώπων.
ΑπάντησηΔιαγραφήυπεροχη αναρτηση!
ΑπάντησηΔιαγραφήΥπέροχη ανάρτηση!!!! Εύγε!!!!!
ΑπάντησηΔιαγραφή